- προληπτικούς
- προληπτικόςanticipativemasc acc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
κλιματοθεραπεία — Η αξιοποίηση των καιρικών συνθηκών για θεραπευτικούς και προληπτικούς σκοπούς. Την κ. και την κλιματοπροφύλαξη, δηλαδή τη βελτίωση της υγείας που επιδιώκεται με την έκθεση του οργανισμού στις κατάλληλες καιρικές συνθήκες, διερευνά η ιατρική… … Dictionary of Greek
πρωτεϊνοθεραπεία — η, Ν ιατρ. η παρεντερική χορήγηση πρωτεϊνών, ξένων για τον ανθρώπινο οργανισμό, για προληπτικούς ή θεραπευτικούς σκοπούς. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. proteinotherapy < πρωτεΐνη + θεραπεία] … Dictionary of Greek
φυτοπαθολογία — Με την ευρεία έννοια του όρου, είναι η επιστήμη που μελετά τις παθήσεις των φυτών, οποιοιδήποτε και αν είναι οι παράγοντες που τις προκαλούν. Στην πράξη όμως, για διδακτικούς σκοπούς, οι ασθένειες που προκαλούνται από τα ζώα και ειδικά τα έντομα … Dictionary of Greek
αποσμητικά — Ουσίες που έχουν την ιδιότητα να απομακρύνουν, να βελτιώνουν ή, το λιγότερο, να μειώνουν την ένταση μιας οσμής, ιδιαίτερα έντονης ή δυσάρεστης. Είναι γνωστοί διάφοροι τύποι α. με ποικίλους μηχανισμούς. Το α. μπορεί πράγματι να προκαλέσει σωστή… … Dictionary of Greek
Ματσανιώτης, Νικόλαος — (Κιάτο Κορινθίας 1925 –). Παιδίατρος, πανεπιστημιακός και ακαδημαϊκός. Φοίτησε στην ιατρική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, όπου αναγορεύτηκε διδάκτορας (1955) και ειδικεύτηκε στην παιδιατρική, ενώ αργότερα μετεκπαιδεύτηκε στα πανεπιστήμια… … Dictionary of Greek
γουρσούζικος, -ια — και η, ο και γρουσούζικος, ια και η, ο αυτός που φέρνει κακοτυχία, γουρσουζιά (αντίθ. γουρλίδικος):Η μαύρη γάτα θεωρείται γουρσούζικια από τους προληπτικούς … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)